Οθόνες και παιδιά: Δεν μετράει μόνο το πόσο χρόνο περνάνε, αλλά το πώς

Οι καυγάδες ανάμεσα σε γονείς και παιδιά για το πόση ώρα πρέπει να περνάνε στην οθόνη – τηλεόραση, υπολογιστή, τάμπλετ ή όλο και πιο συχνά πλέον στο smartphone – είναι ενίοτε ομηρικοί.
Εξίσου ομηρικές είναι οι διαφωνίες των ειδικών για το αν τα μικρά παιδιά πρέπει να εκτίθενται σε οθόνες, από ποια ηλικία και για πόσο χρόνο.
Νέο συγκεντρωτική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο ψηφιακό περιοδικό εκλαϊκευμένης επιστήμης The Conversation, τονίζει ότι αυτό που μετράει περισσότερο δεν είναι το «πόσο» αλλά το «πώς».
Πολλές παιδιατρικές ενώσεις συνιστούν τον περιορισμό της έκθεσης σε οθόνες κατά την παιδική ηλικία, ειδικά για παιδιά κάτω των πέντε ετών. Οι έρευνες όμως δείχνουν ότι δείχνουν ότι η εικόνα δεν είναι τόσο απλή. Τόσο το πλαίσιο όσο και το περιεχόμενο του χρόνου που περνά ένα παιδί μπροστά από την οθόνη είναι καθοριστικά για τον αντίκτυπο που θα έχει στη νευρολογική του ανάπτυξη.
Σωματικές επιπτώσεις
Αρκετές μελέτες έχουν επισημάνει ότι η παρατεταμένη χρήση οθονών μπορεί να προκαλέσει κόπωση των ματιών, ξηροφθαλμία και μυωπία στα παιδιά.
Επιπλέον, η τεχνολογία δεν μπορεί και δεν πρέπει να αντικαταστήσει τη φυσική διέγερση που χρειάζονται τα παιδιά. Το ελεύθερο παιχνίδι, η σωματική άσκηση, η φυσική αλληλεπίδραση πρόσωπο με πρόσωπο και η επαφή με τη φύση είναι όλα απαραίτητα για την ανάπτυξη ενός παιδιού. Η αντικατάσταση αυτών των εμπειριών με υπερβολικό και παθητικό χρόνο μπροστά στις οθόνες μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο παχυσαρκίας και μαθησιακών δυσκολιών.
Νευροψυχολογικές επιπτώσεις
Πέρα από τις σωματικές επιπτώσεις, υπάρχουν ανησυχίες για το πώς επιδρά η έκθεση των παιδιών στις οθόνες στην ικανότητα συγκέντρωσης, στη γλωσσική εκμάθηση και έκφραση ακόμα και στα συναισθήματα. Το άρθρο του Conversation συγκρίνει τα αποτελέσματα από 102 μελέτες που διεξήχθησαν σε παιδιά κάτω των τριών ετών. Πέρα από τις διαφορές, το κοινό συμπέρασμα είναι ότι ο ότι ο χρόνος που περνούν τα παιδιά μπροστά στις οθόνες δεν είναι ο μόνος παράγοντας – οι συνθήκες και το πλαίσιο είναι επίσης ζωτικής σημασίας.
Για παράδειγμα, η παρουσία ενός ενήλικα που σχολιάζει ή αλληλεπιδρά με το περιεχόμενο μαζί με το παιδί ενισχύει τη μάθηση και την προσοχή. Αντίθετα, η παθητική ή χωρίς επίβλεψη έκθεση ενέχει κίνδυνο για τη γνωστική ανάπτυξη.
Αν χρησιμοποιούνται για εκπαιδευτικούς σκοπούς και υπό επίβλεψη, τα tablet, τα κινητά τηλέφωνα και η τηλεόραση μπορούν να αποτελέσουν πολύτιμα εργαλεία μάθησης, αλλά αν χρησιμοποιούνται απρόσεκτα μπορούν να περιορίσουν τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις που ο αναπτυσσόμενος εγκέφαλος έχει τόση ανάγκη.
Το πραγματικό πρόβλημα: ακατάλληλο περιεχόμενο
Ο κύριος κίνδυνος δεν είναι απαραίτητα η οθόνη αυτή καθεαυτή, αλλά το περιεχόμενό της. Η πρόωρη έκθεση σε περιεχόμενο που δεν είναι κατάλληλο για παιδιά συνδέεται με δυσκολίες στην ικανότητα συγκέντρωσης καθώς και με καθυστερήσεις στην εκμάθηση της γλώσσας. Αν και οι μελέτες δεν αποδίδουν αιτιώδη συνάφεια, τα προβλήματα δεν οφείλονται εξ ολοκλήρου στον χρόνο που περνούν τα παιδιά μπροστά στην οθόνη.
Η παθητική παρακολούθηση πλατφορμών όπως το YouTube μπορεί επίσης να έχει αρνητικές επιπτώσεις στα μικρότερα παιδιά: τα παιδιά ηλικίας δύο έως τριών ετών που εκτίθενται περισσότερο σε αυτή την πλατφόρμα τείνουν να έχουν χαμηλότερα επίπεδα γλωσσικής ανάπτυξης. Οι ερευνητές αποδίδουν αυτό το φαινόμενο στην προαναφερθείσα μείωση της κοινωνικής αλληλεπίδρασης.
Άλλες μελέτες έχουν συνδέσει την υπερβολική παρακολούθηση τηλεόρασης με την υπερκινητικότητα στην ηλικία των επτά ετών, με χαμηλές επιδόσεις στα μαθηματικά και περιορισμένο λεξιλόγιο. Έχει επίσης διαπιστωθεί ότι η υπερβολική παρακολούθηση τηλεόρασης μεταξύ 15 και 48 μηνών τριπλασιάζει την πιθανότητα καθυστερημένης γλωσσικής ανάπτυξης. Στα ίδια συμπεράσματα έχουν καταλήξει και νεότερες έρευνες, που εστιάζουν στο YouTube.
Πότε η τεχνολογία βοηθάει
Τα ψηφιακά προγράμματα που έχουν σχεδιαστεί για να βελτιώσουν την προσοχή και τις εκτελεστικές λειτουργίες σε παιδιά ηλικίας τεσσάρων ως έξι ετών δεν έχουν δείξει μόνο βελτίωση σε αυτές τις ικανότητες, αλλά και στη νοημοσύνη, την προσοχή και τη λειτουργική μνήμη.
Η προβολή εκπαιδευτικού περιεχομένου βελτιώνει επίσης τη γλώσσα σε παιδιά ηλικίας τριών και τεσσάρων ετών, ειδικά αν το περιεχόμενο που παρουσιάζεται έχει πλούσια αφήγηση.
Επιπλέον, η τεχνολογία μπορεί να ενισχύσει την κοινωνική ένταξη και παρέμβαση. Σε ψυχοκοινωνικά ευάλωτα παιδιά ηλικίας τεσσάρων με πέντε ετών, οι ψηφιακές παρεμβάσεις διεγείρουν τη λειτουργική μνήμη και την αυτορρύθμιση. Σε παιδιά με αυτισμό (ηλικίας τριών ως 16 ετών), μελέτη διαπίστωσε ότι η ψηφιακή παρέμβαση βελτιώνει την προσοχή και την κοινωνική αλληλεπίδραση.
Συστάσεις εμπειρογνωμόνων
Διάφοροι εμπειρογνώμονες έχουν διατυπώσει συστάσεις για τον βέλτιστο τρόπο χρήσης του χρόνου που αφιερώνεται στις οθόνες:
Η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής προτείνει να αποφεύγονται οι οθόνες για παιδιά κάτω των 18 μηνών (εκτός από τις βιντεοκλήσεις). Όταν είναι 18-24 μηνών, συνιστάται να καταναλώνουν μόνο ποιοτικό περιεχόμενο, πάντα συνοδευόμενα από ενήλικες. Στην περίπτωση παιδιών ηλικίας δύο ως πέντε ετών, θα πρέπει να επιτρέπεται το πολύ μία ώρα την ημέρα εκπαιδευτικού περιεχομένου.
Συνιστούν επίσης τη χρήση των οθονών ως εκπαιδευτικό εργαλείο (και όχι ως μέσο απόσπασης της προσοχής), το να δίνουμε το παράδειγμα της υγιούς χρήσης της τεχνολογίας μέσω των δικών μας πράξεων και την αποφυγή τους πριν τον ύπνο.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνιστά τον περιορισμό του χρόνου που περνούν τα παιδιά μπροστά σε οθόνες σε μία ώρα το πολύ την ημέρα για παιδιά ηλικίας δύο ως τεσσάρων ετών και σε δύο ώρες για παιδιά ηλικίας πέντε έως 17 ετών.
Δείτε επίσης
-
Δεν υπάρχουν καταχωρήσεις