Ξένες γλώσσες: Οι Έλληνες ξοδεύουν ετησίως 777 εκατ. ευρώ για τα φροντιστήρια των παιδιών τους

Απίστευτα ποσά στην εκμάθηση ξένων γλωσσών ξοδεύουν οι Έλληνες για τα παιδιά τους, αφού το δημόσιο σχολείο δεν καλύπτει αυτή την ανάγκη λόγω του περιορισμένου χρόνου που διαθέτει στη διδασκαλία ξένων γλωσσών.
Η δαπάνη των νοικοκυριών για την ξενόγλωσση εκπαίδευση έχει εκτιναχθεί και υπολογίζεται στα 777 εκατ. ευρώ ετησίως. Το περίεργο είναι ότι ενώ η αγγλική γλώσσα στη χώρα μας είναι διαδεδομένη, πράγμα που μας κατατάσσει στις πρώτες θέσεις στην Ευρώπη, ως προς τη γνώση μίας ξένης γλώσσας, η πολυγλωσσία παραμένει σε χαμηλά επίπεδα.
Η γνώση δύο ή και περισσότερων ξένων γλωσσών υπολείπεται σημαντικά του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ ένα όχι αμελητέο ποσοστό του πληθυσμού εξακολουθεί να μην έχει καμία γνώση ξένης γλώσσας. Τα παραπάνω συμπεράσματα προέρχονται από έρευνα που δημοσιεύει το ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ και συνοπτικά, τα σημαντικότερα συμπεράσματα είναι:
Εκτίναξη των δαπανών των νοικοκυριών για την ξενόγλωσση εκπαίδευση
Σύμφωνα με την έρευνα του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ, περίπου 777 εκ. ευρώ κατευθύνθηκαν στην εκμάθηση ξένων γλωσσών, σημειώνοντας αύξηση 12,6% σε σχέση με το 2022 και 9,1% σε σύγκριση με το 2013 (τρέχουσες τιμές). Παρά τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης και της πανδημίας, η επένδυση στην ξενόγλωσση εκπαίδευση παραμένει σταθερά υψηλή, γεγονός που επιβεβαιώνει τη σημασία που της αποδίδουν οι οικογένειες για τη μόρφωση και την επαγγελματική προοπτική των παιδιών τους. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η δαπάνη για την ξενόγλωσση εκπαίδευση είναι σημαντικά υψηλότερη και από αυτήν για την φροντιστηριακή γενική εκπαίδευση (614 εκ. ευρώ το 2023 βάσει της έρευνας του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ.
Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα έχει εγκαταλείψει την ξενόγλωσση εκπαίδευση
Το σημαντικότατο ποσό που δαπανούν τα νοικοκυριά για την ξενόγλωσση εκπαίδευση δικαιολογείται από το γεγονός ότι το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα την έχει ουσιαστικά εγκαταλείψει. Σύμφωνα με τα συγκριτικά στοιχεία του ΟΟΣΑ (PISA 2018), η Ελλάδα αφιερώνει τον
λιγότερο χρόνο διδασκαλίας μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ! Οι μαθητές στην Ελλάδα διδάσκονται ξένες γλώσσες μόλις 1,8 ώρες την εβδομάδα, έναντι 3,6 ωρών κατά μέσο όρο στον ΟΟΣΑ - γεγονός που κατατάσσει τη χώρα στην τελευταία θέση στην ΕΕ ως προς το διαθέσιμο χρόνο στη γλωσσική διδασκαλία.
Με βάση, μάλιστα, τα στοιχεία από τις απαντήσεις των ερωτώμενων μαθητών και γονέων, τα Κ.Ξ.Γ αναγνωρίζονται ως βασικός πυλώνας της ξενόγλωσσης εκπαίδευσης στη χώρα μας. Οι υψηλότερες αναφορές σχετίζονται με την κάλυψη της αδυναμίας του σχολείου να διδάξει αποτελεσματικά ξένες γλώσσες (29% των γονέων και 27% των νέων), καθώς και με τη λειτουργία των Κέντρων ως κύριας δομής εκμάθησης (27% και 26% αντίστοιχα). Επιπλέον, περίπου 1 στους 2 γονείς ή νέους, θεωρούν ότι τα Κ.Ξ.Γ αποτελούν ουσιαστικά τον μοναδικό φορέα εκπαίδευσης στις ξένες γλώσσες. Είναι σημαντικό, επίσης, να τονιστεί ότι η πρότασης να αναλαμβάνει το δημόσιο σχολείο την προετοιμασία για τις εξετάσεις του Κρατικού Πιστοποιητικού Γλωσσομάθειας έχει συντριπτική αποδοχή. Συγκεκριμένα, 92,8% των γονέων και 88,2% των νέων δηλώνουν υπέρ αυτής της πρότασης.
Τα χαμηλότερα εισοδήματα δυσκολεύονται να επενδύσουν στην ξενόγλωσση εκπαίδευση
Την τελευταία δεκαετία, το χαμηλότερο εισοδηματικό κλιμάκιο (έως 750€ μηνιαίως) παρουσιάζει μείωση κατά 23% του μεριδίου της καταναλωτικής του δαπάνης που κατευθύνεται στην εκμάθηση ξένων γλωσσών, γεγονός που αντανακλά την αντικειμενική του αδυναμία να ανταποκριθεί στο σχετικό κόστος. Αντίθετα, όλες οι υπόλοιπες εισοδηματικές τάξεις έως και τα 2.200€ αυξάνουν σταδιακά το ποσοστό αυτό, παρά τη γενικευμένη ακρίβεια – στοιχείο που υποδηλώνει την ανελαστικότητα αυτής της δαπάνης για τις περισσότερες οικογένειες. Γενικά, με βάση την έρευνα, οι ευάλωτες ομάδες, όπως τα χαμηλά κοινωνικοοικονομικά στρώματα, οι πολύτεκνες αλλά και οι μονογονεϊκές οικογένειες, επιβαρύνονται σημαντικά, καταβάλλοντας δυσανάλογα υψηλό ποσοστό του προϋπολογισμού τους για την κάλυψη αυτών των αναγκών
Κάκιστες οι εργασιακές σχέσεις στα Κέντρα Ξένων Γλωσσών
Παρά το γεγονός ότι οι συνάδελφοι που συμμετείχαν στην έρευνα αναγνωρίζουν ότι η εργασιακή τους εμπειρία είναι πολύτιμη στα Κέντρα Ξένων Γλωσσών, επισημαίνουν ότι εργάζονται υπό επισφαλείς και συχνά δυσμενείς συνθήκες εργασίας. Οι εκπαιδευτικοί επισημαίνουν σειρά προκλήσεων: χαμηλές απολαβές, μη αμειβόμενη εργασία εκτός διδακτικής ώρας (π.χ. προετοιμασία μαθήματος), ανασφάλιστη/αδήλωτη εργασία, μη καταβολή δώρων/επιδομάτων.
Παράλληλα, η κατάργηση συλλογικών διαπραγματεύσεων, η έλλειψη κρατικής εποπτείας και η αποδυνάμωση των ελεγκτικών μηχανισμών, διευρύνουν τις «γκρίζες ζώνες» στην απασχόληση των εκπαιδευτικών, όπως υπογραμμίζουν οι φορείς εκπροσώπησής τους. Οι συμμετέχοντες υπογραμμίζουν την ανάγκη για στοχευμένες παρεμβάσεις που θα βελτιώσουν τις εργασιακές συνθήκες, όπως καλύτερες αμοιβές, αναγνώριση της εργασίας πριν και μετά το μάθημα, ενίσχυση της κρατικής εποπτείας και επαναφορά συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Δείτε επίσης
- Mεσαρα: Ένα ανήλικο κορίτσι αγνοείται-Συναγερμός στις αρχές
- Δήμος Γόρτυνας: Αιτήσεις συμμετοχής για τις παροχές της ΛΑΕ/ΟΠΕΚΑ
- Νέα έρευνα: Millennials και Gen Ζ προτιμούν τα μηνύματα αντί για την ζωντανή επικοινωνία
- Συμφωνία ΗΠΑ-Κίνας: Την ανακοίνωσε και επίσημα ο Τραμπ - Στο 55% οι δασμοί
- Ακαθάριστα οικόπεδα: Πότε λήγει η προθεσμία για τις δηλώσεις